Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

ไม่มีที่สิ้นสุด
ถนนที่ไม่มีที่สิ้นสุด
mị̀mī thī̀ s̄îns̄ud
t̄hnn thī̀ mị̀mī thī̀ s̄îns̄ud
ατελείωτος
ο ατελείωτος δρόμος

สีดำ
เดรสสีดำ
s̄īdả
de rs̄ s̄ī dả
μαύρος
ένα μαύρο φόρεμα

ใหม่
พลุที่ใหม่
h̄ım̀
phlu thī̀ h̄ım̀
νέος
τα νέα πυροτεχνήματα

เป็นที่จริงจัง
การประชุมที่เป็นที่จริงจัง
pĕn thī̀ cringcạng
kār prachum thī̀ pĕn thī̀ cringcạng
σοβαρός
μια σοβαρή συνάντηση

เต็มไปด้วยหิมะ
ต้นไม้ที่เต็มไปด้วยหิมะ
tĕm pị d̂wy h̄ima
t̂nmị̂ thī̀ tĕm pị d̂wy h̄ima
χιονισμένος
χιονισμένα δέντρα

บ้า
ความคิดที่บ้า
b̂ā
khwām khid thī̀ b̂ā
τρελός
η τρελή σκέψη

สะอาด
เสื้อผ้าที่สะอาด
s̄axād
s̄eụ̄̂xp̄ĥā thī̀ s̄axād
καθαρός
καθαρά ρούχα

กลัว
ชายที่กลัว
klạw
chāy thī̀ klạw
φοβισμένος
ένας φοβισμένος άνδρας

ปลอม
ฟันปลอม
plxm
fạn plxm
λάθος
τα λάθος δόντια

ที่ทำไม่ได้
ทางเข้าที่ทำไม่ได้
thī̀ thả mị̀ dị̂
thāng k̄hêā thī̀ thả mị̀ dị̂
αδύνατος
μια αδύνατη πρόσβαση

เมา
ชายที่เมา
meā
chāy thī̀ meā
μεθυσμένος
ένας μεθυσμένος άνδρας
