Λεξιλόγιο

Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

ร้อน
การเผาที่ร้อน
r̂xn
kār p̄heā thī̀ r̂xn
ζεστός
το ζεστό τζάκι
โกรธ
ตำรวจที่โกรธ
korṭh
tảrwc thī̀ korṭh
θυμωμένος
ο θυμωμένος αστυνομικός
เปียก
เสื้อผ้าที่เปียก
peīyk
s̄eụ̄̂xp̄ĥā thī̀ peīyk
βρεγμένος
τα βρεγμένα ρούχα
น่ากลัว
ฉลามที่น่ากลัว
ǹā klạw
c̄hlām thī̀ ǹā klạw
τρομερός
ο τρομερός καρχαρίας
พิเศษ
แอปเปิลพิเศษ
phiṣ̄es̄ʹ
xæppeil phiṣ̄es̄ʹ
ιδιαίτερος
ένα ιδιαίτερο μήλο
เสียชีวิต
ซานตาคลอสที่เสียชีวิต
s̄eīy chīwit
sāntākhlxs̄ thī̀ s̄eīy chīwit
νεκρός
ένας νεκρός Άγιος Βασίλης
เมามาก
ชายที่เมามาก
meā māk
chāy thī̀ meā māk
μεθυσμένος
ο μεθυσμένος άντρας
ถูกกฎหมาย
ปืนที่ถูกกฎหมาย
t̄hūk kḍh̄māy
pụ̄n thī̀ t̄hūk kḍh̄māy
νόμιμος
ένα νόμιμο πιστόλι
สีม่วง
ดอกไม้สีม่วง
s̄ī m̀wng
dxkmị̂ s̄ī m̀wng
βιολετί
το βιολετί λουλούδι
เงิน
รถสีเงิน
ngein
rt̄h s̄ī ngein
ασημένιος
το ασημένιο αυτοκίνητο
มีความสามารถ
วิศวกรที่มีความสามารถ
mī khwām s̄āmārt̄h
wiṣ̄wkr thī̀ mī khwām s̄āmārt̄h
ικανός
ο ικανός μηχανικός
สีสัน
ไข่อีสเตอร์ที่มีสีสัน
s̄īs̄ạn
k̄hị̀ xīs̄ texr̒ thī̀ mī s̄īs̄ạn
πολύχρωμος
τα πολύχρωμα αυγά του Πάσχα