Λεξιλόγιο

el Υγεία   »   he ‫בריאות

το ασθενοφόρο

‫אמבולנס

ʼmbwlns
το ασθενοφόρο
ο επίδεσμος

‫תחבושת

ţẖbwşţ
ο επίδεσμος
η γέννηση

‫לידה

lydh
η γέννηση
η πίεση του αίματος

‫לחץ דם

lẖẕ dm
η πίεση του αίματος
η φροντίδα του σώματος

‫טיפוח הגוף

typwẖ hgwp
η φροντίδα του σώματος
το κρυολόγημα

‫צינון

ẕynwn
το κρυολόγημα
η κρέμα

‫קרם

qrm
η κρέμα
το δεκανίκι

‫קב

qb
το δεκανίκι
η εξέταση

‫בדיקה

bdyqh
η εξέταση
η εξάντληση

‫תשישות

ţşyşwţ
η εξάντληση
η μάσκα προσώπου

‫מסיכת פנים

msykţ pnym
η μάσκα προσώπου
το κουτί πρώτων βοηθειών

‫תיבת עזרה ראשונה

ţybţ ʻzrh rʼşwnh
το κουτί πρώτων βοηθειών
η θεραπεία

‫ריפוי

rypwy
η θεραπεία
η υγεία

‫בריאות

bryʼwţ
η υγεία
το ακουστικό βαρηκοΐας

‫מכשיר שמיעה

mkşyr şmyʻh
το ακουστικό βαρηκοΐας
το νοσοκομείο

‫בית חולים

byţ ẖwlym
το νοσοκομείο
η ένεση

‫זריקה

zryqh
η ένεση
η κάκωση / το τραύμα

‫פציעה

pẕyʻh
η κάκωση / το τραύμα
το μακιγιάζ

‫איפור

ʼypwr
το μακιγιάζ
το μασάζ

‫עיסוי

ʻyswy
το μασάζ
το φαρμακευτικό σκεύασμα

‫תרופה

ţrwph
το φαρμακευτικό σκεύασμα
το φάρμακο

‫תרופה

ţrwph
το φάρμακο
το γουδί

‫מכתש ועלי

mkţş wʻly
το γουδί
η μάσκα προστασίας

‫מסיכה

msykh
η μάσκα προστασίας
ο νυχοκόπτης

‫גוזז ציפורניים

gwzz ẕypwrnyym
ο νυχοκόπτης
η παχυσαρκία

‫השמנת יתר

hşmnţ yţr
η παχυσαρκία
η δράση

‫ניתוח

nyţwẖ
η δράση
ο πόνος

‫כאב

kʼb
ο πόνος
το άρωμα

‫בושם

bwşm
το άρωμα
το χάπι

‫גלולה

glwlh
το χάπι
η εγκυμοσύνη

‫הריון

hrywn
η εγκυμοσύνη
το ξυράφι

‫להב גילוח

lhb gylwẖ
το ξυράφι
το ξύρισμα

‫גילוח

gylwẖ
το ξύρισμα
το ξύρισμα βούρτσα

‫מברשת גילוח

mbrşţ gylwẖ
το ξύρισμα βούρτσα
ο ύπνος

‫שינה

şynh
ο ύπνος
ο καπνιστής

‫מעשן

mʻşn
ο καπνιστής
η απαγόρευση του καπνίσματος

‫איסור עישון

ʼyswr ʻyşwn
η απαγόρευση του καπνίσματος
το αντηλιακό

‫קרם הגנה

qrm hgnh
το αντηλιακό
το μάκτρο / στυλεό

‫ספוגית

spwgyţ
το μάκτρο / στυλεό
η οδοντόβουρτσα

‫מברשת שיניים

mbrşţ şynyym
η οδοντόβουρτσα
η οδοντόκρεμα

‫משחת שיניים

mşẖţ şynyym
η οδοντόκρεμα
η οδοντογλυφίδα

‫קיסם

qysm
η οδοντογλυφίδα
το θύμα

‫קורבן

qwrbn
το θύμα
η ζυγαριά

‫משקל

mşql
η ζυγαριά
η αναπηρική καρέκλα

‫כיסא גלגלים

kysʼ glglym
η αναπηρική καρέκλα