Λεξιλόγιο
Αρμενικα – Ρήματα Άσκηση

τολμώ
Δεν τολμώ να πηδήξω μέσα στο νερό.

καταστρέφω
Ο συνεφοστρόμβος καταστρέφει πολλά σπίτια.

αφήνω ανέπαφο
Η φύση αφέθηκε ανέπαφη.

αποκλείω
Η ομάδα τον αποκλείει.

αφήνω πίσω
Έχουν αφήσει κατά λάθος το παιδί τους στον σταθμό.

αποφασίζω
Έχει αποφασίσει για μια νέα κόμη.

κρατώ
Κράτα πάντα την ψυχραιμία σου σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

προοδεύω
Οι σαλιγκάρια προοδεύουν πολύ αργά.

κόβω
Η κομμώτρια της κόβει τα μαλλιά.

διευκολύνω
Οι διακοπές κάνουν τη ζωή πιο εύκολη.

σηκώνομαι
Ο φίλος μου με άφησε παγωτό σήμερα.
