Λεξιλόγιο
Ρουμανικά – Ρήματα Άσκηση

καταλαμβάνω
Οι ακρίδες έχουν καταλάβει.

συγχωρώ
Του συγχωρώ τα χρέη του.

συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.

περιορίζω
Πρέπει να περιοριστεί ο εμπόριο;

σηκώνω
Το ελικόπτερο σηκώνει τους δύο άνδρες.

εκτελώ
Εκτελεί την επισκευή.

βιώνω
Μπορείς να βιώσεις πολλές περιπέτειες μέσα από τα παραμύθια.

δημοσιεύω
Συχνά δημοσιεύονται διαφημίσεις στις εφημερίδες.

κάνω για
Θέλουν να κάνουν κάτι για την υγεία τους.

αναφέρω
Ο αφεντικός ανέφερε ότι θα τον απολύσει.

βρίσκω δύσκολο
Και οι δύο βρίσκουν δύσκολο να πουν αντίο.
