Λεξιλόγιο
Ταϊλανδεζικά – Ρήματα Άσκηση

βλέπω
Μπορείς να βλέπεις καλύτερα με γυαλιά.

ορίζω
Η ημερομηνία ορίζεται.

τρέχω
Ο αθλητής τρέχει.

αναλαμβάνω
Έχω αναλάβει πολλά ταξίδια.

καταλαμβάνω
Οι ακρίδες έχουν καταλάβει.

συμμετέχω
Συμμετέχει στον αγώνα.

πετώ
Στα παιδιά αρέσει να πετάνε με ποδήλατα ή πατίνια.

χτυπώ
Χτυπά τη μπάλα πάνω από το δίχτυ.

περνάω
Πρέπει να περάσετε γύρω από αυτό το δέντρο.

προκαλώ
Το ζάχαρη προκαλεί πολλές ασθένειες.

συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.
