Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Φινλανδικά

työntää
Auto pysähtyi ja se piti työntää.
ώθω
Το αυτοκίνητο σταμάτησε και έπρεπε να ώθηθει.

pitää
Hän pitää suklaasta enemmän kuin vihanneksista.
αρέσω
Της αρέσει περισσότερο τη σοκολάτα από τα λαχανικά.

sivuuttaa
Lapsi sivuuttaa äitinsä sanat.
αγνοώ
Το παιδί αγνοεί τα λόγια της μητέρας του.

myydä pois
Tavara myydään pois.
πουλάω
Τα εμπορεύματα πουλιούνται.

jättää jollekin
Omistajat jättävät koiransa minulle kävelyttääkseen.
αφήνω σε
Οι ιδιοκτήτες αφήνουν τα σκυλιά τους σε εμένα για βόλτα.

kulkea ohi
Kaksi ihmistä kulkee toistensa ohi.
περνάω
Οι δύο περνούν ο ένας δίπλα από τον άλλο.

osata
Pikkuinen osaa jo kastella kukkia.
μπορώ
Το μικρό μπορεί ήδη να ποτίσει τα λουλούδια.

sopia
Naapurit eivät voineet sopia väristä.
συμφωνώ
Οι γείτονες δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν στο χρώμα.

hypätä ylös
Lapsi hyppää ylös.
πηδώ πάνω
Το παιδί πηδάει πάνω.

kertoa
Hän kertoo hänelle salaisuuden.
λέω
Της λέει ένα μυστικό.

katsoa alas
Voin katsoa alas rannalle ikkunasta.
κοιτώ
Μπορούσα να κοιτάξω την παραλία από το παράθυρο.
