Λεξιλόγιο

Μάθετε Ρήματα – Ουγγρικά

cms/verbs-webp/67095816.webp
összeköltözik
A ketten hamarosan össze akarnak költözni.
μετακομίζω
Οι δυο τους σχεδιάζουν να μετακομίσουν μαζί σύντομα.