Λεξιλόγιο

Μάθετε Ρήματα – Ταϊλανδεζικά

จำกัด
ในระหว่างการทำอาหารเพื่อลดน้ำหนัก คุณต้องจำกัดการรับประทานอาหาร
cảkạd
nı rah̄ẁāng kār thả xāh̄ār pheụ̄̀x ld n̂ảh̄nạk khuṇ t̂xng cảkạd kār rạbprathān xāh̄ār
περιορίζω
Κατά τη διάρκεια μιας δίαιτας, πρέπει να περιορίζεις την πρόσληψη τροφής.
ขับรถออกไป
เมื่อไฟเปลี่ยน, รถขับรถออกไป
k̄hạb rt̄h xxk pị
meụ̄̀x fị pelī̀yn, rt̄h k̄hạb rt̄h xxk pị
ξεκινώ
Όταν άλλαξε το φως, τα αυτοκίνητα ξεκίνησαν.
ทำผิด
คิดให้ดี ๆ เพื่อไม่ให้ทำผิด!
Thả p̄hid
khid h̄ı̂ dī «pheụ̄̀x mị̀ h̄ı̂ thả p̄hid!
κάνω λάθος
Σκέψου προσεκτικά για να μην κάνεις λάθος!
ยกขึ้น
แม่ยกเด็กขึ้น
yk k̄hụ̂n
mæ̀ yk dĕk k̄hụ̂n
σηκώνω
Η μητέρα σηκώνει το μωρό της.
วิ่งหลัง
แม่วิ่งหลังลูกชายของเธอ
wìng h̄lạng
mæ̀ wìng h̄lạng lūkchāy k̄hxng ṭhex
τρέχω πίσω
Η μητέρα τρέχει πίσω από τον γιο της.
ขาย
พ่อค้ากำลังขายของหลายอย่าง
k̄hāy
ph̀xkĥā kảlạng k̄hāy k̄hxng h̄lāy xỳāng
πουλάω
Οι εμπόροι πουλούν πολλά εμπορεύματα.
นำ
นักเดินทางที่มีประสบการณ์ที่สุดนำเสมอ
nả
nạk deinthāng thī̀ mī pras̄bkārṇ̒ thī̀s̄ud nả s̄emx
ηγούμαι
Ο πιο έμπειρος ορειβάτης πάντα ηγείται.
ตัด
ผ้ากำลังถูกตัดตามขนาด
tạd
p̄ĥā kảlạng t̄hūk tạd tām k̄hnād
κόβω
Το ύφασμα κόβεται κατά μέγεθος.
ตรวจสอบ
หมอฟันตรวจสอบฟัน
trwc s̄xb
h̄mx fạn trwc s̄xb fạn
ελέγχω
Ο οδοντίατρος ελέγχει τα δόντια.
ทำให้
น้ำตาลทำให้เกิดโรคมากมาย
thảh̄ı̂
n̂ảtāl thảh̄ı̂ keid rokh mākmāy
προκαλώ
Το ζάχαρη προκαλεί πολλές ασθένειες.
ฆ่า
งูฆ่าหนู
ḳh̀ā
ngū ḳh̀ā h̄nū
σκοτώνω
Το φίδι σκότωσε το ποντίκι.
โหวต
คนโหวตเป็นสำหรับหรือต่อต้านผู้สมัคร
h̄owt
khn h̄owt pĕn s̄ảh̄rạb h̄rụ̄x t̀xt̂ān p̄hū̂ s̄mạkhr
ψηφίζω
Ψηφίζει κανείς υπέρ ή κατά ενός υποψηφίου.