Λεξιλόγιο

Μάθετε Ρήματα – Ουζμπεκικά

cms/verbs-webp/118780425.webp
ta‘m qilmoq
Bosh osyochi shorni ta‘m qiladi.
γεύομαι
Ο αρχιμάγειρας γεύεται τη σούπα.
cms/verbs-webp/101158501.webp
rahmat qilmoq
U gullar bilan unga rahmat qildi.
ευχαριστώ
Την ευχαρίστησε με λουλούδια.
cms/verbs-webp/91930542.webp
to‘xtatmoq
Politsiyachi ayol mashinani to‘xtatdi.
σταματώ
Η αστυνομικός σταματά το αυτοκίνητο.
cms/verbs-webp/123380041.webp
bo‘lmoq
Ish taqozosida unga nima-to bo‘ldimi?
συμβαίνω
Συνέβη κάτι σε αυτόν στο εργατικό ατύχημα;
cms/verbs-webp/74119884.webp
ochmoq
Bola o‘z sovg‘asini ochmoqda.
ανοίγω
Το παιδί ανοίγει το δώρο του.
cms/verbs-webp/116067426.webp
yugurmoq
Har bir kishi yong‘in dan yugurdi.
τρέχω μακριά
Όλοι έτρεξαν μακριά από τη φωτιά.
cms/verbs-webp/120193381.webp
turmush qurmoq
Joda hozir turmush qurdi.
παντρεύομαι
Το ζευγάρι μόλις παντρεύτηκε.
cms/verbs-webp/112407953.webp
tinglash
U tinglaydi va tovushni eshitadi.
ακούω
Ακούει και ακούει έναν ήχο.
cms/verbs-webp/119269664.webp
o‘tkazmoq
Talabalar imtihonni o‘tkazdilar.
περνάω
Οι μαθητές πέρασαν την εξέταση.
cms/verbs-webp/50245878.webp
eslatma olish
Talabalar o‘qituvchi aytdigani bo‘yicha hammasi eslatmalar olyadi.
σημειώνω
Οι φοιτητές σημειώνουν ό,τι λέει ο καθηγητής.
cms/verbs-webp/18316732.webp
o‘tmoq
Mashina daraxtdan o‘tadi.
περνώ
Το αυτοκίνητο περνάει μέσα από ένα δέντρο.
cms/verbs-webp/74009623.webp
sinash
Avtomobil ishxonada sinash qilinmoqda.
δοκιμάζω
Το αυτοκίνητο δοκιμάζεται στο εργαστήριο.