Όποιος δε σημειώνει πρόοδο στην μάθηση, μάλλον μαθαίνει με λάθος τρόπο.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μαθαίνει σύμφωνα με τον τύπο του.
Γενικά ξεχωρίζουμε 4 διαφορετικούς μαθησιακούς τύπους.
Αυτοί οι μαθησιακοί τύποι κατηγοριοποιούνται σύμφωνα με τα όργανα των αισθήσεων.
Υπάρχουν ακουστικοί, οπτικοί, επικοινωνιακοί και κινητικοί μαθησιακοί τύποι.
Οι
ακουστικοί
τύποι μαθαίνουν καλύτερα αυτό που ακούν.
Μπορούν, για παράδειγμα, να θυμούνται καλά μελωδίες.
Μελετούν διαβάζοντας δυνατά και μαθαίνουν το λεξιλόγιο προφέροντάς το φωναχτά.
Αυτός ο τύπος συχνά μιλά στον εαυτό του.
Τα cd ή οι διαλέξεις πάνω στο θέμα είναι χρήσιμα για αυτόν.
Ο
οπτικός
τύπος μαθαίνει καλύτερα αυτό που βλέπει.
Για αυτόν είναι σημαντική η ανάγνωση των πληροφοριών.
Όταν μελετάει κρατά πολλές σημειώσεις.
Επίσης, του αρέσει να μαθαίνει με εικόνες, πίνακες και κάρτελες.
Αυτός ο τύπος διαβάζει πολύ και βλέπει συχνά και πολύχρωμα όνειρα.
Ενα ωραίο περιβάλλον είναι για αυτόν ο ιδανικός χώρος μελέτης.
Ο
επικοινωνιακός
τύπος προτιμάει συνομιλίες και συζητήσεις.
Χρειάζεται επικοινωνία, δηλαδή διάλογο με άλλους.
Την ώρα του μαθήματος κάνει πολλές ερωτήσεις και του αρέσει η ομαδική μελέτη.
Ο
κινητικός
τύπος μαθαίνει μέσω της κίνησης.
Προτιμάει την μέθοδο του “μάθε στην πράξη” και θέλει να τα δοκιμάζει όλα.
Την ώρα της μελέτης θέλει να είναι σε κίνηση ή να μασάει τσίχλα.
Δεν του αρέσει η θεωρία, αλλά τα πειράματα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σχεδόν όλοι οι άνθρωποι είναι μικτοί τύποι.
Δεν υπάρχει, επομένως, κανείς που να αντιστοιχεί μόνο σε έναν τύπο.
Μαθαίνουμε καλύτερα όταν όλα τα όργανα των αισθήσεων συμμετέχουν στη διαδικασία.
Τότε ο εγκέφαλος δραστηριοποιείται σε πολλά σημεία και αποθηκεύει καλά τη νέα γνώση.
Ακούστε, διαβάστε και συζητήστε το λεξιλόγιο! Και μετά κάντε αθλητισμό!
Ξέρατε ότι?
Τα ινδονησιακά μιλούνται από περισσότερους από 160 εκατομμύρια ανθρώπους.
Είναι μητρική γλώσσα όμως για περίπου 30 εκατομμύρια μόνο.
Αυτό οφείλεται στο ότι στην Ινδονησία ζούν περίπου 500 διαφορετικοί λαοί.
Αυτοί μιλούν 250 διαφορετικές γλώσσες, οι οποίες διαχωρίζονται σε διαλέκτους.
Μια τέτοια γλωσσική ποικιλομορφία μπορεί, φυσικά, να οδηγήσει σε προβλήματα.
Τα σημερινά ινδονησιακά έχουν λοιπόν ορισθεί ως τυποποιημένη επίσημη γλώσσα.
Διδάσκεται μαζί με τη μητρική γλώσσα σε όλα τα σχολεία.
Τα ινδονησιακά ανήκουν στις αυστροασιατικές γλώσσες.
Με τα μαλαισιανά έχουν τόσο στενή συγγένεια, που κι οι δύο γλώσσες θεωρούνται σχεδόν πανομοιότυπες.
Η εκμάθηση των ινδονησιακών έχει πολλά πλεονεκτήματα.
Οι κανόνες της γραμματικής δεν είναι πολύ πολύπλοκοι.
Επίσης η ορθογραφία δεν είναι πολύ δύσκολη.
Προφέρονται όπως γράφονται.
Πολλές ινδονησιακές λέξεις προέρχονται από άλλες γλώσσες, πράγμα που διευκολύνει την εκμάθησή τους.
Και σύντομα τα ινδονησιακά θα είναι μια από τα πιο σημαντικές γλώσσες του κόσμου.